Πρακτικές δικτύωσης σχολείων: τα δίκτυα μάθησης ως μηχανισμός για την ενθάρρυνση της συνεχιζόμενης επαγγελματικής ανάπτυξης εκπαιδευτικών και διευθυντών
Περιεχόμενα
Συνύπαρξη και διαφορετικότητα στα δίκτυα
Εκτός από τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία που εμφανίζονται στη λειτουργία των δικτύων, αξίζει να γίνει μια επιμέρους αναφορά στη συνύπαρξη και διαφορετικότητα των ατόμων που τα απαρτίζουν, καθώς εύλογα ερωτήματα γεννιούνται. Τι γίνεται αλήθεια με τη διαφορετικότητα των ατόμων και των επαγγελματικών τους στάσεων και συμπεριφορών; Πόση διαφορετικότητα μπορεί να συνυπάρξει στον κοινό χώρο ενεργοποίησης των μελών;
Από έρευνες των τελευταίων δεκαετιών (Lieberman 1996) σε δίκτυα συνεργασίας, προκύπτει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από τη διαφορετικότητα των μελών συνδέεται με το βαθμό συμμετοχής και ενεργοποίησης κάθε μέλους. Έχει παρατηρηθεί ότι στις συναντήσεις των μελών των δικτύων το 20% των μελών συνεχώς τροφοδοτεί την ομάδα με ιδέες και πρακτικές, ενώ το 34% σταθερά αποκομίζει γνώσεις και εμπειρίες. Το υπόλοιπο 46%, ανάλογα με την περίπτωση και τη θεματική της συνάντησης, άλλοτε δίνει και άλλοτε παίρνει ιδέες και πρακτικές (Χατζηπαναγιώτου 2006).
Επίσης, ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα που εμφανίζεται είναι ο βαθμός ομογενοποίησης των μελών, καθώς, επίσης, και ο χρόνος που χρειάζεται το κάθε μέλος για να ενταχθεί στην ομάδα. Οι οργανισμοί, όπως και οι άνθρωποι, διαφέρουν. Το ίδιο και η ικανότητα προσαρμογής του καθενός. Ιδιαίτερα σημαντικό προβάλλει και το ερώτημα της αποδοχής και ενσωμάτωσης νέων μελών, των οποίων ο χρόνος προσαρμογής αλλά και αποδοχής από τα παλαιότερα μέλη συχνά ποικίλλει. Τέλος, το ζήτημα του συντονισμού του κάθε δικτύου είναι προφανώς ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή από αυτό εξαρτάται η μακροβιότητα και η αποτελεσματικότητα κάθε ομάδας (Χατζηπαναγιώτου 2006).
Η ανάπτυξη και διατήρηση δικτύων έρευνας και συνεργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, για χώρες όπως η Ελλάδα, επειδή τα δίκτυα θεμελιώνουν δημοκρατικές δομές στην εκπαίδευση ενδυναμώνοντας την προσωπικότητα κάθε συμμετέχοντα, εκπαιδευτικού ή ερευνητή (Χατζηπαναγιώτου 2006). Επιπλέον, τα δίκτυα μπορούν να λειτουργήσουν ανατροφοδοτικά για το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, εάν δοθεί η δυνατότητα στα μέλη τους να παρακολουθούν ενεργά, να ανταποκρίνονται στις ανακύπτουσες ανάγκες και να συν-διευθύνουν, από κοινού με τα στελέχη της εκπαίδευσης, τις εξελίξεις στους εκπαιδευτικούς οργανισμούς.
Εάν δεν μπορούμε να φτάσουμε στην τελειότητα, ας προσπαθήσουμε να φτάσουμε στην αριστεία: τα σχολεία μπορούν να κάνουν τη μετάβαση από τις συμβατικές στις πιο αυθεντικές, πιο ανθρώπινες και πιο δημοκρατικές πρακτικές μέσα από τα δίκτυα κοινοτήτων μάθησης...