Διαφοροποίηση της διδασκαλίας με χρήση της εννοιολογικής χαρτογράφησης: τα διδακτικά σενάρια των εκπαιδευτικών
Περιεχόμενα
- 1. Εισαγωγή
- 2. Διαφοροποίηση της διδασκαλίας: εννοιολογικές αποσαφηνίσεις
- 3. Η εννοιολογική χαρτογράφηση ως εργαλείο διαφοροποίησης της διδακτικής πρακτικής
- 4. Σχεδιασμός διδακτικών σεναρίων εννοιολογικής χαρτογράφησης από εκπαιδευτικούς
- 5. Ερευνητική προσέγγιση των διδακτικών σεναρίων των εκπαιδευτικών
- 6. Συμπεράσματα από την ανάλυση των διδακτικών σεναρίων
- Βιβλιογραφία
- Σύνολο σελίδων
6. Συμπεράσματα από την ανάλυση των διδακτικών σεναρίων
Από τα αποτελέσματα της ανάλυσης των εννοιολογικών χαρτών που συμπεριέλαβαν στα σενάριά τους οι εκπαιδευτικοί προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Στο σύνολό τους σχεδόν οι συμμετέχοντες ανταποκρίθηκαν στην υποχρέωση να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν στις τάξεις τους διδακτικά σενάρια με εννοιολογικούς χάρτες, τα οποία συνδέθηκαν με διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα για ποικίλες θεματικές ενότητες. Προτιμήθηκαν κυρίως χάρτες τύπου «ιστού» και «ιεραρχίας», που είναι και οι απλούστεροι, ενώ τα κείμενα που περιλήφθηκαν στους εννοιολογικούς χάρτες ήταν ως επί το πλείστον γλωσσικά και σε μικρότερο βαθμό πολυτροπικά.
Η χρήση των ΤΠΕ στις διδασκαλίες που πρότειναν οι εκπαιδευτικοί είχε προσανατολισμό κυρίως τη διαχείριση των γνωστικών αντικειμένων και όχι την αξιοποίηση λογισμικών εννοιολογικής χαρτογράφησης. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες ενσωμάτωσαν στα διδακτικά τους σενάρια τους εννοιολογικούς χάρτες κυρίως ως εργαλεία αξιολόγησης και λιγότερο ως εργαλεία διδακτικής και μεταγνώσης (Wilson & Harris 2004). Το γεγονός αυτό μας κάνει να υποθέσουμε ότι η αξιολόγηση συνεχίζει να αποτελεί κυρίαρχο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας και να απασχολεί τους εκπαιδευτικούς στην καθημερινή τους πρακτική. Ωστόσο, την αξιολόγηση αυτήν οι συμμετέχοντες δεν τη συνέδεσαν με τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας – που είναι και απαραίτητο λειτουργικό της στοιχείο (Κουτσελίνη-Ιωαννίδου 2008, Αργυρόπουλος 2013) –, παρόλο που επικαλέστηκαν τις θεωρητικές της αρχές στην εισαγωγή ή στον επίλογο των σεναρίων τους. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι οι εκπαιδευτικοί υιοθέτησαν την εννοιολογική χαρτογράφηση στα διδακτικά τους σενάρια, χωρίς όμως να την αξιοποιούν συνειδητά για τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας τους.
Αναδεικνύεται, επομένως, η προσπάθεια των εκπαιδευτικών να εφαρμόσουν τα στοιχεία θεωρίας που άκουσαν στο σεμινάριο για την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, τον τεχνολογικό γραμματισμό και τη διαφοροποιημένη διδακτική πρακτική, προσαρμόζοντάς τα, ίσως, στις διδακτικές τους συνήθειες. Συμπεραίνεται έτσι ο διαμορφωτικός χαρακτήρας του σεμιναρίου για την εξοικείωση των συμμετεχόντων με τη στρατηγική της εννοιολογικής χαρτογράφησης, αλλά και τα περιθώρια που υπάρχουν για συστηματικότερη και πιο οργανωμένη χρήση της στο μέλλον. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι δεν προκύπτει ξεκάθαρα πως οι εκπαιδευτικοί κατανοούν τις δυνατότητες της εννοιολογικής χαρτογράφησης προς την κατεύθυνση της διαφοροποίησης της διδασκαλίας, καθώς δε φαίνονται να ενσωματώνουν τη διαφοροποίηση συνειδητά στη διδακτική πράξη. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τον Εποικοδομισμό, που ενώ θέτει τις βάσεις στη θεματική του σεμιναρίου (Κουφού 2011), εντούτοις δε φαίνεται να αξιοποιείται από τους εκπαιδευτικούς για τη χρήση των εννοιολογικών χαρτών στην ίδια κατεύθυνση.
Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως η συστηματική εμπλοκή των εκπαιδευτικών στις παραπάνω διαδικασίες τούς κατέστησε ικανούς να υιοθετήσουν μία εποικοδομιστική θεώρηση για τη δική τους μάθηση (Terhart 2003), η οποία βοηθά στην αύξηση της αυτοεκτίμησης αλλά και στην επαγγελματική τους ανάπτυξη και αυτονομία. Οι συμμετέχοντες φαίνεται να αξιοποίησαν την εκπαιδευτική θεωρία και τη διδακτική πράξη ως συμπληρωματικές παραμέτρους αλλαγής των πρακτικών τους, κάνοντας βήματα προς την ανάπτυξη της επαγγελματικής τους επάρκειας (Dimitriadou et al. 2009). Επιπλέον, οι αλλαγές στη διδασκαλία τους αναμένονται να επηρεάσουν τους μαθητές τους στην κατεύθυνση της κριτικής σκέψης, της λήψης αποφάσεων και της επίλυσης προβλημάτων, προωθώντας την ανεξάρτητη μάθηση (DeLong 2009). Οι διαπιστώσεις αυτές δημιουργούν προσδοκίες για κριτική θεώρηση και για νέο αυτοπροσδιορισμό τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των μαθητών τους στην προσέγγιση της γνώσης και στην αναπλαισίωσή της μέσα από καινοτόμες πρακτικές γραμματισμού (Ladson-Billings 1999).
Στη μελέτη μας θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και μερικούς ερευνητικούς περιορισμούς, όπως: το σύντομο χρονικό διάστημα της θεωρητικής κατάρτισης (16 ώρες σεμινάριο εργαστηριακής μορφής)∙ το σύντομο χρόνο προετοιμασίας των διδακτικών σεναρίων από τους εκπαιδευτικούς παράλληλα με την πίεση του ΑΠ για την κάλυψη συγκεκριμένης διδακτικής ύλης∙ ακόμη, το σχετικά μικρό δείγμα των διδακτικών σεναρίων, ώστε να συναχθούν γενικευμένα συμπεράσματα για ανάλογες ασύγχρονες επιμορφωτικές διαδικασίες.
Επιλογικά, θα υποστηρίζαμε ότι η χρήση της εννοιολογικής χαρτογράφησης για τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας και στις δύο βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης αποτελεί μία μέθοδο για ανανέωση και εμπλουτισμό της διδακτικής πρακτικής, ενώ ταυτόχρονα δίνει την ευκαιρία στους μαθητές να εμπλακούν ενεργά στο μάθημα, να χρησιμοποιήσουν την κριτική τους σκέψη και να εκφράσουν με τρόπο ευσύνοπτο και ελκυστικό τις νοητικές αναπαραστάσεις τους για το γνωστικό αντικείμενο που διδάσκονται.