Η αξιοποίηση του εκπαιδευτικού δράματος στην επιμόρφωση εκπαιδευτικών: μια προοπτική επαγγελματικής και προσωπικής ανάπτυξης
Περιεχόμενα
Το εκπαιδευτικό δράμα
«Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή. Κι όλοι οι άντρες κι οι γυναίκες είν' απλώς ηθοποιοί». Αυτή η περίφημη φράση από το έργο του Σαίξπηρ Όπως σας Αρέσει αναδεικνύει τη θεατρική, δραματική συνιστώσα της ανθρώπινης ζωής στις πιο διαφορετικές αναπτυξιακές φάσεις της. Στον ποιητικό μονόλογο που ξεκινάει με αυτήν τη φράση, ο Σαίξπηρ ανιχνεύει τις επτά φάσεις της ανθρώπινης ζωής. Μ' αυτόν τον τρόπο αναδεικνύεται ταυτόχρονα ο αναπτυξιακός χαρακτήρας του δράματος της ζωής και ο δραματικός χαρακτήρας της σωματικο - ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης του ανθρώπου.
Η θεατρική (δραματική) μεταφορά του ανθρώπινου βίου ξεπέρασε το πλαίσιο μιας επιμέρους μορφής τέχνης και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης στους πιο διαφορετικούς κλάδους (Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Παιδαγωγική, κλπ.). O κοινωνιολόγος Erving Goffman (1959) υποστήριξε ότι οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο που ένας ηθοποιός παρουσιάζει έναν χαρακτήρα στο θέατρο. Η θεατρική μεταφορά χρησιμοποιήθηκε από τον Goffman για την ανάλυση της κοινωνικής διαντίδρασης μεταξύ των ανθρώπων με όρους θεατρικής παράστασης.
Θεατρικές διαστάσεις μπορούν να διαπιστωθούν στην καθημερινή επικοινωνία στο σχολείο. Έτσι, οι πρόσωπο με πρόσωπο σχέσεις μεταξύ μαθητών και καθηγητών ως δρώντων προσώπων αποκτούν τη μορφή ιδιότυπου «παιδαγωγικού θεάτρου» (Γκότοβος 1990). Εκπαιδευτικοί και μαθητές καλούνται να επιτελέσουν συγκεκριμένους «ρόλους» μέσω της επιλογής συγκεκριμένων δυνατοτήτων για δράση. Η επιτέλεση ρόλων στην καθημερινή ζωή εντός και εκτός σχολείου δε σημαίνει υποκρισία, έλλειψη ειλικρίνειας ή αυθεντικότητας, αλλά συνδέεται, σε τελευταία ανάλυση, με τη διαδικασία κατηγοριοποίησης μέσω της οποίας πραγματοποιείται η συμβολική αναπαράσταση του κοινωνικού κόσμου.
Τι σημαίνει όμως δράμα; Η ελληνική λέξη «δρω» σημαίνει αναπτύσσω μια δράση, μια δραστηριότητα. Σημαίνει, επίσης, επενεργώ, αλλάζω, ασκώ επίδραση που μετασχηματίζει μια κατάσταση (Dictionary of Standard Modern Greek 2008). Η έννοια της δράσης έχει κομβικό χαρακτήρα στο θεατρικό σύστημα του Ρώσου δραματουργού Stanislavsky. Η τέχνη του ηθοποιού παρουσιάστηκε από αυτόν ως τέχνη της εσωτερικής και εξωτερικής δράσης. Η επί σκηνής δράση του ηθοποιού αποτελεί για τον Stanislavsky πραγμάτωση της εσωτερικής δράσης του, της κινητοποίησης της φαντασίας, της μνήμης, και γενικότερα της ψυχικής δραστηριότητάς του συνολικά (Whyman 2009). Μια από τις ιδιαιτερότητες του θεατρικού συστήματος Stanislavsky συνίσταται στο ότι επί σκηνής ο ηθοποιός δραστηριοποιείται ως ψυχοσωματική ενότητα, δραστηριοποιούνται ο νους, η βούληση, τα συναισθήματα, η προσοχή, η μνήμη, η πλαστικότητα του σώματος, η φαντασία, η ικανότητα για επικοινωνία, η τεχνική της ομιλίας, η προσωπικότητα συνολικά (Δαφέρμος 2010).
Το θεατρικό σύστημα του Stanislavsky επηρέασε σημαντικά τον Vygotsky, θεμελιωτή της πολιτισμικής-ιστορικής ψυχολογίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Vygotsky αφιέρωσε σημαντικό μέρος της ζωής του στη συγγραφή θεατρικών κριτικών και η ενασχόλησή του με το θέατρο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτισμικής-ιστορικής ψυχολογίας. Το 1929 ο Vygotsky διατύπωσε την παρακάτω άποψη: «Η δυναμική του ατόμου = δράμα... Το άτομο ως συμμετέχον σε δράμα. Το δράμα ενός ατόμου...Η ψυχολογία εξανθρωπίζεται» (παρ. από Yaroshevsky 1989: 217). Η έννοια του δράματος δεν έχει περιφερειακό αλλά κομβικό ρόλο στο πλαίσιο της πολιτισμικής–ιστορικής ψυχολογίας. Όπως παρατηρεί ο Veresov (2010), στο έργο του Vygotsky οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων αποκτούν τη μορφή μιας δραματικής σύγκρουσης. Μέσω της δραματικής διαμεσολάβησης επιτυγχάνεται η ανάπτυξη της προσωπικότητας (Smagorinsky 1999). H δραματική σύγκρουση και ένταση επί της κοινωνικής σκηνής παρουσιάζεται ως πηγή της προσωπικής ανάπτυξης.
Το δράμα αναδείχθηκε σε ιδιαίτερα γόνιμη κατεύθυνση όχι μόνο στο ευρύτερο πεδίο της ψυχολογίας αλλά και στη σφαίρα της ψυχοθεραπείας. Ο Αυστριακός ψυχίατρος J. L. Moreno θεμελίωσε το ψυχόδραμα ως μια διακριτή μορφή ομαδικής ψυχοθεραπείας (Fox 1987). Στο πλαίσιο του ψυχοδράματος οι συμμετέχοντες, με την ενθάρρυνση του θεραπευτή, ενσαρκώνουν κάποια κρίσιμα συμβάντα της προηγούμενης, τωρινής ή μελλοντικής ζωής τους, προκειμένου να κατανοήσουν διαστάσεις των συγκρουσιακών καταστάσεων που εμφανίζονται σε αυτή.
Η έννοια του δράματος δεν περιορίστηκε μόνο στο επίπεδο της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας, αλλά επεκτάθηκε στο πεδίο της παιδαγωγικής. Έτσι, εμφανίστηκε η έννοια του εκπαιδευτικού δράματος. Τι σημαίνει εκπαιδευτικό δράμα; Ποια είναι η ιδιαιτερότητα του εκπαιδευτικού δράματος σε σχέση με το δράμα ως λογοτεχνικό είδος; Μπορούμε να παρατηρήσουμε την ύπαρξη ποικιλίας όρων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν διαφορετικές διαστάσεις ή κατευθύνσεις του εκπαιδευτικού δράματος: δράμα στην εκπαίδευση, δραματική εκπαίδευση, αναπτυξιακό δράμα, άτυπο δράμα, δημιουργικό δράμα (Landy 1982).
Σε αντιστοιχία με έναν από τους ορισμούς που δόθηκε από την "Children's Theater Association", το δημιουργικό δράμα αποτελεί «μια αυτοσχεδιαστική, μη επιδεικτική διαδικασία που έχει τη μορφή του δράματος, στο οποίο οι συμμετέχοντες εμπνέονται από έναν εμψυχωτή, προκειμένου να φανταστούν, να υποδυθούν και να αναστοχαστούν σχετικά με ανθρώπινες εμπειρίες» (Davis & Behm 1978).
Το εκπαιδευτικό δράμα έχει άτυπο χαρακτήρα και δεν αποσκοπεί στην επίδειξη κάποιας τυπικής θεατρικής παράστασης σε κοινό. Δεν έχει τόσο σημασία η επίδειξη του τελικού «προϊόντος» (της παράστασης) αλλά όλη η διαδικασία συμμετοχής, δράσης και, σε τελευταία ανάλυση, μετασχηματισμού των συμμετεχόντων (Wagner 1999). Το εκπαιδευτικό δράμα είναι μια άτυπη, αυτοσχεδιαστική μαθησιακή διαδικασία, που αποσκοπεί στον μετασχηματισμό των συμμετεχόντων. Κομβικό χαρακτηριστικό του εκπαιδευτικού δράματος είναι ότι βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό, στην αυθόρμητη παρόρμηση και δράση των συμμετεχόντων με τις ελάχιστες υποδείξεις του εμψυχωτή αυτής της διαδικασίας (Landy 1982). Η απόδραση από τις συμβατικότητες της καθημερινής ρουτίνας, η δημιουργία φαντασιακών καταστάσεων (που βέβαια συχνά προέρχονται από την καθημερινή ζωή και τις εμπειρίες των συμμετεχόντων), η τόνωση της διαίσθησης και της ενσυναίσθησής τους και η αισθητική απόλαυση που αναπτύσσεται από τη συμμετοχή σε μια συλλογική δράση με έντονες αισθητικές διαστάσεις αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του εκπαιδευτικού δράματος.
To δημιουργικό εκπαιδευτικό δράμα αποσκοπεί στην προαγωγή της προσωπικής ανάπτυξης των συμμετεχόντων (Wagner 1999) και είναι αυτό στο οποίο εστιάζουμε στην παρούσα εργασία. Ως επιμέρους στιγμές του αξιοποιούνται αφηγήσεις (παραμύθια, ποιήματα, ιστορίες, κλπ,), μουσική, παντομίμα, παιχνίδι ρόλων, κλπ. Συχνά το δημιουργικό δράμα έχει ως επίκεντρό του τη δραματοποίηση μιας αφήγησης. Αφήγηση, σύμφωνα με τους Clandinin και Connelly, είναι «η κατασκευή νοήματος από την προσωπική εμπειρία μέσω της διαδικασίας του στοχασμού...» (Clandinin & Connelly 1990: 245).
Βέβαια, στο εκπαιδευτικό δράμα δε γίνεται λόγος για κάποιον εξατομικευμένο τύπο σκέψης. Η δραματική αφήγηση αποτελεί μορφή διαλογικής, επικοινωνιακής διαδικασίας (Πουρκός 2009). Με άλλα λόγια, η δραματική αφήγηση αναπτύσσεται ως διαδικασία και προϊόν του «μοιράσματος», της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους συμμετέχοντες του εκπαιδευτικού δράματος. Η δραματική αφήγηση δε βοηθάει μόνο στην αφύπνιση της έμπνευσης και της δημιουργικότητας στους συμμετέχοντες, αλλά συμβάλλει επίσης στη συμβολική έκφραση καταπιεσμένων πλευρών της προσωπικότητάς τους και τραυματικών εμπειριών των σχέσεων τους με άλλα υποκείμενα. Η αφήγηση έχει αναδειχτεί, άλλωστε, τα τελευταία χρόνια σε μια από τις πιο γόνιμες κατευθύνσεις που προσελκύουν το ενδιαφέρον των ερευνητών στο ευρύτερο πεδίο των κοινωνικών επιστημών και έχει αναπτυχθεί ένα ευρύτατο φάσμα προσεγγίσεών της: φορμαλιστικές, φαινομενολογικές, μεταδομιστικές, διαλογικές κλπ (Bruner 1986 & 1990, Πουρκός 2009).
Στον κεντρικό πυρήνα του δράματος ως μορφής κοινωνικής διαμεσολάβησης βρίσκεται η εμπλοκή των συμμετεχόντων σε καταστάσεις έντονων αντιθέσεων και συγκρούσεων. Το δράμα μπορεί να βοηθήσει τους συμμετέχοντες να βιώσουν ηθικά διλήμματα, να διαχειριστούν και να επιλύσουν συγκρούσεις. Υπό αυτό το πρίσμα το δράμα μπορεί να εξεταστεί ως μια ιδιότυπη μορφή βιωματικής μάθησης, στην οποία εμπλέκεται μια ολόκληρη ομάδα ή κοινότητα ανθρώπων.
Στη σύγχρονη μεταπολεμική κοινωνία το δράμα έχει ενταχθεί με ποικίλους τρόπους στο πλαίσιο της θεσμοθετημένης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αρχικά, το εκπαιδευτικό δράμα εμφανίστηκε ως μέθοδος παρέμβασης στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Υπάρχουν εξαιρετικά γόνιμες προσεγγίσεις που συνδέουν το εκπαιδευτικό δράμα με το παιχνίδι υπό το πρίσμα της θεωρίας του Vygotsky (Καλλιαντά 2009). Σταδιακά, διαφάνηκε η δυνατότητα επέκτασης της χρησιμοποίησής του για παρεμβάσεις και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Στις μέρες μας πια το εκπαιδευτικό δράμα εξετάζεται ως συστατικό στοιχείο της εκπαίδευσης ενηλίκων και επομένως και της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών (Courtney 1999, Norris 1999).
Το εκπαιδευτικό δράμα παρουσιάζεται πλέον ως εργαλείο για τον σχεδιασμό βιωματικών, εκπαιδευτικών και θεατροπαιδαγωγικών προγραμμάτων. Το εκπαιδευτικό δράμα ως ιδιότυπο κοινωνικό εργαστήριο επιτρέπει τη μελέτη συμπεριφορών και σχέσεων μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια, συμβάλλει στην ανάπτυξη της φαντασίας, της αυτογνωσίας, της ευαισθητοποίησης, της συμβολικής έκφρασης και της αλλαγής των στάσεων των συμμετεχόντων (Τριλίβα κ.ά 2012). Συμπερασματικά μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το εκπαιδευτικό δράμα αποτελεί μοναδική μορφή βιωματικής μάθησης και ανάπτυξης της προσωπικότητας.