Αναζήτησες τη λέξη "закупоривать" στα Ρωσικά

153.mp3 закупоривать
audio/mp3/ru/other/153b.mp3 забивать

(Глагол)

(ενεστ. за-ку-по-ри-вать, αόρ. закупорил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),
παθ. αόρ. закупорился (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.), παθ. μτχ. закупоренный)

βουλώνω βουλώνω

(Ρήμα)

(ενεστ. βου-λώ-νω, αόρ. βούλωσα,
παθ. αόρ. βουλώθηκα, παθ. μτχ. βουλωμένος)

153.mp3 vulos
audio/mp3/al/other/153b.mp3 bllokoj

(folje/folje)

(vu-los/bllo-koj)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я