Αναζήτησες τη λέξη "χωράφι" στα Ελληνικά

χωράφι χωράφι (το)

(Ουσιαστικό)

(χω-ρά-φι, γεν. -ιού,
πληθ. -ια, γεν. -ιών)

1168.mp3 arë

(Emër)

(a-rë, gj. -ës,
sh. -at, gj. -ave)

1168.mp3 поле
audio/mp3/ru/other/1168b.mp3 участок

(Существительное)

(по-ле, γεν. -я,
πληθ. -я, γεν. -ей)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я