Αναζήτησες τη λέξη "ξαφρίζω" στα Ελληνικά

ξαφρίζω ξαφρίζω

(Ρήμα)

(ενεστ. ξα-φρί-ζω, αόρ. ξάφρισα,
παθ. μτχ. ξαφρισμένος)

809.mp3 heq shkumën
audio/mp3/al/other/809b.mp3 vjedh

(Folje/Emër)

(heq shku-mën/vjedh)

809.mp3 снимать пену

(Глагол)

(ενεστ. сни-мать пе-ну, αόρ. снял пену (муж.), -а (жен.), -о (ср.))

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я