Αναζήτησες τη λέξη "νικώ" στα Ελληνικά

νικώ νικώ

(Ρήμα)

(ενεστ. νι-κώ, αόρ. νίκησα,
παθ. αόρ. νικήθηκα, παθ. μτχ. νικημένος)

789.mp3 fitoj
audio/mp3/al/other/789b.mp3 mund

(Folje)

(e tashme fi-toj/mund, e kr. thj v. fitova/munda,
e kr. thj. jov. u fitova/u munda, pjesore fituar/munduar)

789.mp3 побеждать

(Глагол)

(ενεστ. по-беж-дать, αόρ. победил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),
παθ. μτχ. побеждённый)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я