Αναζήτησες τη λέξη "λαχταρώ" στα Ελληνικά

λαχταρώ λαχταρώ

(Ρήμα)

(ενεστ. λα-χτα-ρώ, αόρ. λαχτάρησα)

651.mp3 dëshiroj
audio/mp3/al/other/651b.mp3 trembem

(Folje)

(e tashme dë-shi-roj/tre-mbem, e kr. thj v. dëshirova/tremba ,
e kr. thj. jov. u dëshirova/u tremba, pjesore dëshiruar/trembur )

651.mp3 жаждать (ч.-л.)
audio/mp3/ru/other/651b.mp3 испугаться

(Глагол)

(ενεστ. жаж-дать, αόρ. жаждал (муж.), -а (жен.), -о (ср.))

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я