Αναζήτησες τη λέξη "κουζίνα" στα Ελληνικά

κουζίνα κουζίνα (η)

(Ουσιαστικό)

(κου-ζί-να, γεν. -ας,
πληθ. -ες, γεν. -ών)

583.mp3 kuzhinë

(Emër)

(ku-zhi-në, gj. -ës,
sh. -at, gj. -ave)

583.mp3 кухня
audio/mp3/ru/other/583b.mp3 плита

(Существительное)

(кух-ня, γεν. -и,
πληθ. -и)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я