Αναζήτησες τη λέξη "ελιά" στα Ελληνικά

ελιά ελιά (η)

(Ουσιαστικό)

(ε-λιά, γεν. -άς,
πληθ. -ές, γεν. -ών)

326.mp3 ulli
audio/mp3/al/other/326b.mp3 nishan

(Emër)

(u-lli/ni-shan, gj. -it/it,
sh. -të/et, gj. -njve/eve)

326.mp3 оливка
audio/mp3/ru/other/326b.mp3 родинка

(Существительное)

(о-лив-ка, γεν. -и,
πληθ. -и)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я