Αναζήτησες τη λέξη "ανοίγω" στα Ελληνικά

ανοίγω ανοίγω

(Ρήμα)

(ενεστ. α-νοί-γω, αόρ. άνοιξα,
παθ. αόρ. ανοίχτηκα, παθ. μτχ. ανοιγμένος)

85.mp3 hap

(Folje)

(e tashme hap, e kr. thj v. hapa,
e kr. thj. jov. u hapa, pjesore hapur)

85.mp3 открывать
audio/mp3/ru/other/85b.mp3 начинать

(Глагол)

(ενεστ. от-кры-вать, αόρ. открыл (муж.), -а (жен.), -о (ср.),
παθ. αόρ. открылся (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.), παθ. μτχ. открытый)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я