Αναζήτησες τη λέξη "электричество" στα Ρωσικά

409.mp3 электричество

(Существительное)

(э-лек-три-че-ство, γεν. -а,
πληθ. -а)

ηλεκτρισμός ηλεκτρισμός (ο)

(Ουσιαστικό)

(η-λεκ-τρι-σμός, γεν. -ού,
πληθ. -οί, γεν. -ών)

409.mp3 elektricitet

(Emër)

(e-le-ktri-ci-tet, gj. -it,
sh. -et, gj. -eve)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я