Αναζήτησες τη λέξη "электрический" στα Ρωσικά
408.mp3 электрический, -ая, -ое (Прилагательное) (э-лект-ри-чес-кий, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ие, -ие, -ие) | ηλεκτρικός ηλεκτρικός, -ή, -ό (Επίθετο) (η-λεκ-τρι-κός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 408.mp3 elektrik, -e (Mbiemër) (e-le-ktrik, -ë, -e) |