Αναζήτησες τη λέξη "читать" στα Ρωσικά
243.mp3 читать (Глагол) (ενεστ. чи-тать, αόρ. прочитал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
διαβάζω διαβάζω (Ρήμα) (ενεστ. δια-βά-ζω, αόρ. διάβασα, | 243.mp3 lexoj (Folje) (e tashme le-xoj, e kr. thj v. lexova, |
Αναζήτησες τη λέξη "читать" στα Ρωσικά
243.mp3 читать (Глагол) (ενεστ. чи-тать, αόρ. прочитал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
διαβάζω διαβάζω (Ρήμα) (ενεστ. δια-βά-ζω, αόρ. διάβασα, | 243.mp3 lexoj (Folje) (e tashme le-xoj, e kr. thj v. lexova, |