Αναζήτησες τη λέξη "фасоль" στα Ρωσικά 1096.mp3 фасоль(Существительное)(фа-соль, γεν. -и)ПримерыКаждую среду дома мы кушаем фасоль. φασόλι φασόλι (το) (Ουσιαστικό)(φα-σό-λι, γεν. -ιού,πληθ. -ια, γεν. -ιών)ΠαραδείγματαΚάθε Τετάρτη στο σπίτι τρώμε φασόλια. 1096.mp3 fasule(Emër)(fa-su-le, gj. -es,sh. -et, gj. -eve)ShembujÇdo të mërkurë në shtëpi hamë fasule. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я