Αναζήτησες τη λέξη "уходить" στα Ρωσικά 1099.mp3 уходить(Глагол)(ενεστ. у-хо-дить, αόρ. ушёл (муж.), -а (жен.), -о (ср.))ПримерыЗавтра утром я уезжаю в командировку. Пятно на рубашке не выводится ничем. Когда я ухожу из дома, моя мама беспокоится. φεύγω φεύγω(Ρήμα)(ενεστ. φεύ-γω, αόρ. έφυγα)ΠαραδείγματαΑύριο το πρωί φεύγω για ταξίδι. Δεν φεύγει ο λεκές από το πουκάμισο με τίποτα. Όταν φεύγω από το σπίτι, η μαμά μου ανησυχεί. 1099.mp3 iki(Folje)(e tashme i-ki)ShembujNesër në mëngjes iki për udhëtim. Nuk ikën njolla nga këmisha me asgjë. Kur iki nga shtëpia, nëna ime shqetësohet. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я