Αναζήτησες τη λέξη "уничтожать" στα Ρωσικά
505.mp3 уничтожать (Глагол) (ενεστ. у-ни-что-жать, αόρ. уничтожил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
καταστρέφω καταστρέφω (Ρήμα) (ενεστ. κα-τα-στρέ-φω, αόρ. κατέστρεψα, | 505.mp3 shkatërroj (Folje) (e tashme shka-të-rroj, e kr. thj v. shkatërrova, |