Αναζήτησες τη λέξη "ствол" στα Ρωσικά 574.mp3 ствол(Существительное)(ствол, γεν. -а,πληθ. -ы, γεν. -ов)ПримерыПтицы свили гнездо на дереве. Раньше из кипарисовых стволов изготавливали мачты кораблей. κορμός κορμός (ο) (Ουσιαστικό)(κορ-μός, γεν. -ού,πληθ. -οί, γεν. -ών)ΠαραδείγματαΣτον κορμό του δέντρου έχουν φτιάξει φωλιά τα πουλιά. Παλιά τους κορμούς από τα κυπαρίσσια τους έφτιαχναν κατάρτια για τα πλοία. 574.mp3 trung(Emër)(trung, gj. -ut,sh. -et, gj. -eve)ShembujNë trungun e pemës kanë ndërtuar fole zogjtë. Në të kaluarën trungjet nga selvia i bënin direkë për anijet. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я