Αναζήτησες τη λέξη "спрашивать" στα Ρωσικά
984.mp3 спрашивать (Глагол) (ενεστ. спра-ши-вать, αόρ. спросил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
ρωτώ ρωτώ (Ρήμα) (ενεστ. ρω-τώ, αόρ. ρώτησα, | 984.mp3 pyes (Folje) (e tashme py-es, e kr. thj v. pyeta, |
Αναζήτησες τη λέξη "спрашивать" στα Ρωσικά
984.mp3 спрашивать (Глагол) (ενεστ. спра-ши-вать, αόρ. спросил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
ρωτώ ρωτώ (Ρήμα) (ενεστ. ρω-τώ, αόρ. ρώτησα, | 984.mp3 pyes (Folje) (e tashme py-es, e kr. thj v. pyeta, |