Αναζήτησες τη λέξη "самолет" στα Ρωσικά
23.mp3 самолет (Существительное) (са-мо-лет, γεν. -а, πληθ. -ы, γεν. -ов) | αεροπλάνο αεροπλάνο (το) (Ουσιαστικό) (α-ε-ρο-πλά-νο, γεν. -ου, πληθ. -α, γεν. -ων) | 23.mp3 aeroplan (Emër) (a-e-ro-plan, gj. -it, sh. -et, gj. -eve) |