Αναζήτησες τη λέξη "отец" στα Ρωσικά
903.mp3 отец (Существительное) (о-тец, γεν. -а, πληθ. -ы, γεν. -ов) | πατέρας πατέρας (ο) (Ουσιαστικό) (πα-τέ-ρας, γεν. -α, πληθ. -ες, -άδες, γεν. -ων, -άδων) | 903.mp3 baba (Emër) (ba-ba, gj. -it, sh. -ët, gj. -ëve) |