Αναζήτησες τη λέξη "окно" στα Ρωσικά

895.mp3 окно

(Существительное)

(ок-но, γεν. -а,
πληθ. -а)

παράθυρο παράθυρο (το)

(Ουσιαστικό)

(πα-ρά-θυ-ρο, γεν. -ου,
πληθ. -α, γεν. -ων)

895.mp3 dritare

(Emër)

(dri-ta-re, gj. -es)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я