Αναζήτησες τη λέξη "мочь" στα Ρωσικά 769.mp3 мочь(Глагол)(ενεστ. мочь, αόρ. смог (муж.), -ла (жен.), -ло (ср.))ПримерыЯ не могу читать в вечернее время. Можешь взять вещи? Я не могу чисто говорить по-английски. μπορώ μπορώ(Ρήμα)(ενεστ. μπο-ρώ, αόρ. μπόρεσα)ΠαραδείγματαΔεν μπορώ να διαβάζω τις βραδινές ώρες. Μπορείς να πάρεις τα πράγματα; Δεν μπορώ να μιλήσω καθαρά τα Αγγλικά. 769.mp3 mund(Folje)(e tashme mund, e kr. thj v. munda, pjesore mundur)ShembujNuk mund të lexoj në orët e mbrëmjes. Mund të marrësh gjërat? Nuk mund të flas anglisht qartë. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я