Αναζήτησες τη λέξη "микроб" στα Ρωσικά 750.mp3 микроб(Существительное)(мик-роб, γεν. -а,πληθ. -ы, γεν. -ов)ПримерыМикроб спровоцировал у него высокую температуру. Мы моем руки с мылом, чтобы избавиться от микробов. μικρόβιο μικρόβιο (το) (Ουσιαστικό)(μι-κρό-βι-ο, γεν. -ου,πληθ. -α, γεν. -ων)ΠαραδείγματαΈνα μικρόβιο του προκάλεσε υψηλό πυρετό. Πλένουμε με σαπούνι τα χέρια, για να φύγουν τα μικρόβια. 750.mp3 mikrob(Emër)(mi-krob)ShembujNjë mikrob i shkaktoi temperaturë të lartë. Lajmë duart me sapun që të ikin mikrobet. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я