Αναζήτησες τη λέξη "масло" στα Ρωσικά
Βρέθηκαν 2 λήμματα που ταιριάζουν στην αναζήτησή σου
155.mp3 масло (Существительное) (мас-ло, γεν. -а, πληθ. -а) | βούτυρο βούτυρο (το) (Ουσιαστικό) (βού-τυ-ρο, γεν. -ου, πληθ. -α) | 155.mp3 gjalpë (Emër) (gjal-pë, gj. -it, sh. -at, gj. -ave) |
636.mp3 масло (Существительное) (мас-ло, γεν. -а, πληθ. -а) | λάδι λάδι (το) (Ουσιαστικό) (λά-δι, γεν. -ιού, πληθ. -ια, γεν. -ιών) | 636.mp3 vaj (Emër) (vaj, gj. -it, sh. -at, gj. -ave) |