Αναζήτησες τη λέξη "закрывать" στα Ρωσικά
547.mp3 закрывать (Глагол) (ενεστ. за-кры-вать, αόρ. закрыл (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
κλείνω κλείνω (Ρήμα) (ενεστ. κλεί-νω, αόρ. έκλεισα, | 547.mp3 mbyll (Folje) (e tashme mbyll, e kr. thj v. mbylla, |
Αναζήτησες τη λέξη "закрывать" στα Ρωσικά
547.mp3 закрывать (Глагол) (ενεστ. за-кры-вать, αόρ. закрыл (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
κλείνω κλείνω (Ρήμα) (ενεστ. κλεί-νω, αόρ. έκλεισα, | 547.mp3 mbyll (Folje) (e tashme mbyll, e kr. thj v. mbylla, |