Αναζήτησες τη λέξη "диван" στα Ρωσικά
482.mp3 диван (Существительное) (ди-ван, γεν. -а, πληθ. -ы, γεν. -ов) | καναπές καναπές (ο) (Ουσιαστικό) (κα-να-πές, γεν. -έ, πληθ. -έδες, γεν. -έδων) | 482.mp3 divan (Emër) (di-van, gj. -it, sh. -et, gj. -eve) |