Αναζήτησες τη λέξη "делать наркоз" στα Ρωσικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| 775.mp3 делать наркоз (Глагол) (ενεστ. у-сып-лять, αόρ. усыпил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | ναρκώνω ναρκώνω (Ρήμα) (ενεστ. ναρ-κώ-νω, αόρ. νάρκωσα,  Παραδείγματα | 775.mp3 narkotizoj (Folje) (e tashme nar-ko-ti-zoj, e kr. thj v. narkotizova,  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!