Αναζήτησες τη λέξη "давать" στα Ρωσικά

266.mp3 давать

(Глагол)

(ενεστ. да-вать, αόρ. дал (муж.), -а (жен.), -о (ср.),
παθ. αόρ. дался (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.), παθ. μτχ. давшийся)

δίνω δίνω

(Ρήμα)

(ενεστ. δί-νω, αόρ. έδωσα,
παθ. αόρ. δόθηκα, παθ. μτχ. δοσμένος)

266.mp3 jap

(Folje)

(e tashme jap, e kr. thj v. dhashë,
e kr. thj. jov. u dhashë, pjesore dhënë)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я