Αναζήτησες τη λέξη "говорить" στα Ρωσικά
657.mp3 говорить (Глагол) (ενεστ. го-во-рить, αόρ. сказал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
λέω λέω (Ρήμα) (ενεστ. λέ-ω, αόρ. είπα, | 657.mp3 them (Folje) (e tashme them, e kr. thj v. thashë, |
Αναζήτησες τη λέξη "говорить" στα Ρωσικά
657.mp3 говорить (Глагол) (ενεστ. го-во-рить, αόρ. сказал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
λέω λέω (Ρήμα) (ενεστ. λέ-ω, αόρ. είπα, | 657.mp3 them (Folje) (e tashme them, e kr. thj v. thashë, |