Αναζήτησες τη λέξη "внутренний" στα Ρωσικά
369.mp3 внутренний, -яя, -ее (Прилагательное) (внут-рен-ний, γεν. -его, -ей, -его, πληθ. -ие, -ие, -ие) | εσωτερικός εσωτερικός, -ή, -ό (Επίθετο) (ε-σω-τε-ρι-κός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 369.mp3 (i,e) brendshëm, -e (Mbiemër) ((i,e) brend-shëm, (e,të) -m, -e) |