Αναζήτησες τη λέξη "бить" στα Ρωσικά
572.mp3 бить (Глагол) (ενεστ. бить, αόρ. побил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
κοπανάω κοπανάω (Ρήμα) (ενεστ. κο-πα-νά-ω, αόρ. κοπάνησα, | 572.mp3 rrah (Folje) (e tashme rrah, e kr. thj v. rraha, |
Αναζήτησες τη λέξη "бить" στα Ρωσικά
572.mp3 бить (Глагол) (ενεστ. бить, αόρ. побил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
κοπανάω κοπανάω (Ρήμα) (ενεστ. κο-πα-νά-ω, αόρ. κοπάνησα, | 572.mp3 rrah (Folje) (e tashme rrah, e kr. thj v. rraha, |