Αναζήτησες τη λέξη "ωφελώ" στα Ελληνικά ωφελώ ωφελώ(Ρήμα)(ενεστ. ω-φε-λώ, αόρ. ωφέλησα, παθ. αόρ. ωφελήθηκα, παθ. μτχ. ωφελημένος)ΠαραδείγματαΔεν ωφελεί να χάνουμε τον χρόνο μας. Τα φρούτα και τα λαχανικά ωφελούν την υγεία μας. 1192.mp3 sjell dobi(Folje /Emër)(sjell do-bi)ShembujNuk sjell dobi të humbasim kohën tonë. Frutat dhe perimet sjellin dobi në shëndetin tonë. 1192.mp3 приносить пользу(Глагол)(ενεστ. при-но-сить поль-зу)ПримерыНикому не приносит пользы, если мы теряем время. Фрукты и овощи полезны для здоровья. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я