Αναζήτησες τη λέξη "ψωμί" στα Ελληνικά ψωμί ψωμί (το) (Ουσιαστικό)(ψω-μί, γεν. -ιού,πληθ. -ιά)ΠαραδείγματαΤο ψωμί είναι ένα από τα βασικά είδη διατροφής. Ψωμί και τυρί να φάω, χορταίνω. Θα πούμε το ψωμί ψωμάκι. 1185.mp3 bukë(Emër)(bu-kë, gj. -ës,sh. -ët)ShembujBuka është një prej ushqimeve bazë. Bukë dhe djathë të ha, ngopem. Do të themi bukën bukëz. 1185.mp3 хлеб(Существительное)(хлеб, γεν. -а,πληθ. -а, γεν. -ов)ПримерыХлеб - один из основных продуктов питания. Я наедаюсь хлебом с сыром. Мы проголодаемся. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я