Αναζήτησες τη λέξη "ψυχρός" στα Ελληνικά
ψυχρός ψυχρός, -ή, -ό (Επίθετο) (ψυ-χρός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 1184.mp3 (i,e) ftohtë (Mbiemër) ((i,e) ftoh-të, (e,të) -ë, -a) | 1184.mp3 холодный, -ая, -ое (Прилагательное) (хо-лод-ный, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |