Αναζήτησες τη λέξη "χώμα" στα Ελληνικά χώμα χώμα (το) (Ουσιαστικό)(χώ-μα, γεν. -ατος,πληθ. -ατα, γεν. -άτων)ΠαραδείγματαΤο χώμα ήταν αφράτο και φυτέψαμε λουλούδια. 1167.mp3 dhe(Emër)(dhe, gj. -ut,sh. -at, gj. -ave)ShembujDheu ishte i shkrifët dhe e mbollëm me lule. 1167.mp3 почва(Существительное)(поч-ва, γεν. -ы,πληθ. -ы)ПримерыМы посадили цветы в рыхлую почву. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я