Αναζήτησες τη λέξη "χαμογελώ" στα Ελληνικά
χαμογελώ χαμογελώ (Ρήμα) (ενεστ. χα-μο-γε-λώ, αόρ. χαμογέλασα) | 1143.mp3 buzëqesh (Folje) (e tashme bu-zë-qesh, e kr. thj v. buzëqesha) | 1143.mp3 улыбаться (Глагол) (ενεστ. у-лы-бать-ся, αόρ. улыбнулся (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.)) |