Αναζήτησες τη λέξη "χαλώ" στα Ελληνικά

χαλώ χαλώ

(Ρήμα)

(ενεστ. χα-λώ, αόρ. χάλασα,
παθ. αόρ. χαλάστηκα, παθ. μτχ. χαλασμένος)

1142.mp3 prish

(Folje)

(e tashme prish, e kr. thj v. prisha,
e kr. thj. jov. u prisha, pjesore prishur)

1142.mp3 ломать

(Глагол)

(ενεστ. пор-тить, αόρ. испортил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),
παθ. αόρ. испортился (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.), παθ. μτχ. испорченный)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я