Αναζήτησες τη λέξη "φεγγάρι" στα Ελληνικά φεγγάρι φεγγάρι (το) (Ουσιαστικό)(φεγ-γά-ρι, γεν. -ιού,πληθ. -ια, γεν. -ιών)ΠαραδείγματαΤο βράδυ βλέπω από το παράθυρο το λαμπερό φεγγάρι. 1097.mp3 hënë(Emër)(hë-në, gj. -ës)ShembujNë mbrëmje shoh nga dritarja hënën e ndritshme. 1097.mp3 луна(Существительное)(лу-на, γεν. -ы)ПримерыВечером из окна я смотрю на яркую луну. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я