Αναζήτησες τη λέξη "τόνος" στα Ελληνικά
τόνος τόνος (ο) (Ουσιαστικό) (τό-νος, γεν. -ου, πληθ. -οι, γεν. -ων) | 1063.mp3 theks (Emër/Emër) (theks/ton) | 1063.mp3 ударение (Существительное) (у-да-ре-ни-е, γεν. -я, πληθ. -я, γεν. -й) |
Αναζήτησες τη λέξη "τόνος" στα Ελληνικά
τόνος τόνος (ο) (Ουσιαστικό) (τό-νος, γεν. -ου, πληθ. -οι, γεν. -ων) | 1063.mp3 theks (Emër/Emër) (theks/ton) | 1063.mp3 ударение (Существительное) (у-да-ре-ни-е, γεν. -я, πληθ. -я, γεν. -й) |