Αναζήτησες τη λέξη "σύννεφο" στα Ελληνικά σύννεφο σύννεφο (το) (Ουσιαστικό)(σύν-νε-φο, γεν. -ου,πληθ. -α)ΠαραδείγματαΟ ουρανός ήταν χωρίς σύννεφα. Το μαύρο σύννεφο, συνήθως, φέρνει βροχή. Έπεσα από τα σύννεφα, όταν κατάλαβα ότι μου έλεγε ψέματα. 1034.mp3 re(Emër)(re, gj. -së,sh. -të, gj. -eve)ShembujQielli ishte pa re. Reja e zezë, zakonisht, sjell shi. Rashë nga retë, kur kuptova se më thoshte gënjeshtra. 1034.mp3 облако(Существительное)(об-ла-ко, γεν. -а,πληθ. -а, γεν. -ов)ПримерыНебо было без облаков. Черные тучи обычно приносят с собой дождь. Я спустился с небес, когда понял, что он мне лгал. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я