Αναζήτησες τη λέξη "σωλήνας" στα Ελληνικά σωλήνας σωλήνας (ο) (Ουσιαστικό)(σω-λή-νας, γεν. -α,πληθ. -ες, γεν. -ων)ΠαραδείγματαΈσπασε ο σωλήνας ύδρευσης και πλημμύρισε ο δρόμος. 1040.mp3 tub(Emër)(tub, gj. -it,sh. -at, gj. -ave)ShembujU thye tubi i ujit dhe përmbyti rrugën. 1040.mp3 труба(Существительное)(тру-ба, γεν. -ы,πληθ. -ы)ПримерыПрорвало водопроводную трубу и залило дорогу. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я