Αναζήτησες τη λέξη "στέλνω" στα Ελληνικά
στέλνω στέλνω (Ρήμα) (ενεστ. στέλ-νω, αόρ. έστειλα, | 1020.mp3 dërgoj (Folje) (e tashme dër-goj, e kr. thj v. dërgova, | 1020.mp3 отправить (Глагол) (ενεστ. от-пра-вить, αόρ. отправил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |