Αναζήτησες τη λέξη "σπουδάζω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| σπουδάζω σπουδάζω (Ρήμα) (ενεστ. σπου-δά-ζω, αόρ. σπούδασα,  Παραδείγματα | 1017.mp3 studioj (Folje) (e tashme stu-di-oj, e kr. thj v. studiova,  | 1017.mp3 учиться (Глагол) (ενεστ. у-чить-ся, αόρ. обучился (муж.), -ась (жен.), -ось (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!