Αναζήτησες τη λέξη "σάκος" στα Ελληνικά σάκος σάκος (ο) (Ουσιαστικό)(σά-κος, γεν. -ου,πληθ. -οι, γεν. -ων)ΠαραδείγματαΟ ταχυδρομικός σάκος είναι γεμάτος από επιστολές και μικρά δέματα. Ο πυγμάχος χτυπούσε με δύναμη τον σάκο του μποξ. 986.mp3 thes(Emër)(thes, gj. -it,sh. -et, gj. -eve)ShembujThesi postar është plot me letra dhe pako të vogla. Boksieri goditi me forcë thesin e boksit. 986.mp3 сумка(Существительное)(сум-ка, γεν. -и,πληθ. -и)ПримерыПочтальонская сумка полна писем и маленьких посылок. Боксёр с силой бил по боксёрской груше. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я