Αναζήτησες τη λέξη "πετσέτα" στα Ελληνικά

πετσέτα πετσέτα (η)

(Ουσιαστικό)

(πε-τσέ-τα, γεν. -ας,
πληθ. -ες)

919.mp3 peshqir

(Emër)

(pe-shqir, gj. -it,
sh. -ët, gj. -ëve)

919.mp3 полотенце

(Существительное)

(по-ло-тен-це, γεν. -а,
πληθ. -а)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я