Αναζήτησες τη λέξη "πετάλι" στα Ελληνικά πετάλι πετάλι (το) (Ουσιαστικό)(πε-τά-λι, γεν. -ιού,πληθ. -ια)ΠαραδείγματαΧτυπούσε γρήγορα τα πετάλια του ποδηλάτου, για να προλάβει την εκδήλωση. 917.mp3 pedale(Emër)( pe-da-le, gj. -es,sh. -et, gj. -eve)ShembujRrihte shpejtë pedalet e biçikletës, për të arritur shfaqjen. 917.mp3 педаль(Существительное)(пе-даль, γεν. -и,πληθ. -и, γεν. -ей)ПримерыОн быстро крутил педали велосипеда, чтобы успеть на мероприятие. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я