Αναζήτησες τη λέξη "ξερός" στα Ελληνικά
ξερός ξερός, -ή, -ό (Επίθετο) (ξε-ρός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) Παραδείγματα | 817.mp3 (i,e) thatë (Mbiemër) ((i,e) tha-të, (e,të) -të, -a) | 817.mp3 сухой, -ая, -ое (Прилагательное) (су-хой, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ие, -ие, -ие) |