Αναζήτησες τη λέξη "ναός" στα Ελληνικά

ναός ναός (ο)

(Ουσιαστικό)

(να-ός, γεν. -ού,
πληθ. -οί, γεν. -ών)

774.mp3 kishë
audio/mp3/al/other/774b.mp3 tempull

(Emër)

(ki-shë/tem-pull, gj. -ës,
sh. -at, gj. -ave)

774.mp3 храм

(Существительное)

(храм, γεν. -а,
πληθ. -ы, γεν. -ов)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я