Αναζήτησες τη λέξη "λαϊκός" στα Ελληνικά
λαϊκός λαϊκός, -ή, -ό (Επίθετο) (λα-ϊ-κός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 639.mp3 popullor, -e (Mbiemër) (po-pu-llor, -ë, -e) | 639.mp3 народный, -ая, -ое (Прилагательное) (на-род-ный, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |